ΟΙ ΔΥΟ ΣΚΥΛΟΙ
Οι δύο σκύλοι, ο σοβαρός και εκλεπτυσμένος Κιχώτης και ο μποέμ, ταλαιπωρημένος μα με αξεπέραστη διάθεση για ζωή Οδυσσέας ( ή Μπέικον, ή Ζορό, ή Πασάς, ή Μήτσος), θα βρεθούν έξω από τα επείγοντα ενός νοσοκομείου και με αφορμή όλα όσα εκτυλίσσονται μπροστά τους, θα ξετυλίξουν τις ιστορίες τους, τις αγωνίες τους, το βλέμμα τους πάνω στον άνθρωπο και τη ζωή. Είναι ενδιαφέρον να προσπαθήσεις να δεις τον κόσμο και κυρίως τον άνθρωπο μέσα από τα μάτια του πιο πιστού του φίλου, του σκύλου. Ο ανθρωπομορφισμός των ζώων είναι μια τεχνική αφήγησης με πολύ μακρά ιστορία. Είναι μια ευκαιρία για τον συγγραφέα ή τον αφηγητή που την επιλέγει, να δει τον κόσμο από μια άλλη γωνία, να πει πράγματα που θα έμοιαζε παράταιρο, ανόητο ή σκληρό να τα βάζει να ειπωθούν από στόμα ανθρώπου, να διαποτίσει το κείμενο ή την αφήγησή του με έναν μαγικό ρεαλισμό και ταυτόχρονα να την εμπλουτίσει, συνταιριάζοντάς τη με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ζώου που έχει επιλέξει ως αφηγητή.
Δεν είναι εύκολο το εγχείρημα. Η ισορροπία είναι δύσκολη: να μην εκπέσει το κείμενο σε έναν επίπεδο, ατελέσφορο ρεαλισμό, αλλά και να μην ακούγεται υπερβολικά "ανθρώπινο", τόσο ώστε ο χαρακτήρας του ζώου να χάνεται. Με επιφύλαξη θα πω, καθώς δεν γνωρίζω το πρωτότυπο, ότι η σκηνοθέτρια και διασκευάστρια του κειμένου, χάνει την ισορροπία αυτή σε σημεία της παράστασης. Ειδικά στο ρόλο του Κιχώτη, η αφήγηση γίνεται τόσο επιτηδευμένη, που χάνει τον οποιοδήποτε ρεαλιστικό ανθρωπομορφισμό της. Το κείμενο έχει πρόθεση όχι να πει ή να δείξει, αλλά να διδάξει. Ο ρόλος ακούγεται σαν τη στρατευμένη φωνή ενός ιεροκήρυκα. Αντίθετα, στο ρόλο του Οδυσσέα, η ισορροπία επιτυγχάνεται με μεγαλύτερη επιτυχία. Διατηρώντας κάτι από την φυσική, τη ζωώδη ενέργεια του χαρακτήρα, η αφήγηση του μοιάζει περισσότερο ρεαλιστική, κρατά την ματιά του ζώου. Παρ' όλα αυτά, οι δύο ηθοποιοί, ενσαρκώνουν με επιτυχία τους χαρακτήρες που τους δόθηκαν, μεταφέροντας στη σκηνή με το ταλέντο τους την κινησιολογική σημειολογία του σκύλου.
Η αγάπη, η φιλία, ο έρωτας, η αφοσίωση, η εμπιστοσύνη, που δεν είναι παρά μορφές και ποιότητες της αληθινής συντροφικότητας, είναι το μεγάλο ζητούμενο της παράστασης, είτε αφορά τη σχέση του ζώου με τον άνθρωπο, είτε τις σχέσεις των ίδιων των ανθρώπων μεταξύ τους. Η συντροφικότητα είναι το ζητούμενο και στη σχέση των δυο χαρακτήρων, που παρά τις διαφορές τους, που στην αρχή μοιάζουν αγεφύρωτες, βρίσκουν έναν κοινό αξιακό κώδικα να επικοινωνήσουν και τελικά να συμπορευτούν.
Μια εν γένει καλή παράσταση, με λιτή αισθητική και ένα χιούμορ που πότε κάνει τον θεατή να χαμογελάσει και πότε τον προβληματίζει, μια γλυκόπικρη κωμωδία, που θα έλεγα ότι αρμόζει καλύτερα σε νεαρές ηλικίες, όπου η "διδακτική" διάσταση της διασκευής, μοιάζει περισσότερο ταιριαστή. Άλλωστε όπως και η ίδια η σκηνοθέτρια μας λέει στο σημείωμα που συνοδεύει την παράσταση, "κάθε φράση του [Κιχώτη] είναι σχολείο". Το πρόβλημα για εμένα, είναι ότι ακούγεται και έτσι.
Η ταυτότητα της παράστασης:
Κείμενο/Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνα Νικολαΐδη
Παίζουν: Ιβάν Σβιτάιλο & Πίτερ Ραντλ
Σκηνικά/Κοστούμια: Μαρία Φιλίππου
Σχεδιασμός φωτισμών: Αργύρης Θέος
Πρωτότυπη μουσική: Γιάννης Οικονόμου
Κινησιολογία: Χριστίνα Φωτεινάκη
Μακιγιάζ: Ράνια Γιαννάκη
Creative agency: GridFox
Επικοινωνία: Άντζυ Νομικού
Comments
Post a Comment