Άνθρωπος χωρίς όνομα

Θα ξεκινήσω λέγοντας ότι είδαμε μια πολύ καλή παράσταση, με τον Θανάση Κουρλαμπά στον 
απαιτητικό ρόλο του Συνταγματάρχη Σαμπέρ, να ξεχωρίζει με την ερμηνεία του. Μια ερμηνεία γεμάτη δύναμη, αλλά και τρυφερότητα και ευαισθησία, που κατάφερε να φέρει στο προσκήνιο όλη την υπαρξιακή αγωνία, τον πόνο και το αίσθημα της αδικίας που κατακλύζει αυτόν τον δυστυχή άνθρωπο. Αλλά και ο Ορέστης Τρίκας στο ρόλο του δικηγόρου Ντερβίλ, δίνει με την ερμηνεία του, τις απαραίτητες ανάσες χιούμορ, μέσα σε μια κατά τα άλλα δραματική ιστορία. 

Ο Άνθρωπος χωρίς όνομα, του Ονορέ ντε Μπαλζάκ είναι ένα έργο που ξεχωρίζει για το υπαρξιακό και κοινωνικό του βάθος. Ένα έργο που επιχειρεί να καταδείξει την υποκρισία της δικαιοσύνης των ανθρώπων, αλλά και την απρόβλεπτη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής.

Ο κατατρεγμένος Συνταγματάρχης Σαμπέρ, ήρωας του γαλλικού Στρατού, επιστρέφει μετά από δεκάχρονη περιπλάνηση με πολλά δεινά, στην πόλη που κατοικούσε. Θωρείται όμως από όλους νεκρός, ένας νεκρός ήρωας πολέμου. Το πιστοποιητικό θανάτου του, υπογεγραμμένο από τον ίδιο τον Ναπολέοντα, τού έχει στερήσει όχι μόνο το όνομά του, αλλά και το δικαίωμα να επιστρέψει στην παλιά ζωή του. Άλλωστε κανείς δεν αναγνωρίζει το φρικτά παραμορφωμένο του πρόσωπο και κανείς δεν τον περιμένει: οι φίλοι του είναι από καιρό νεκροί και η σύζυγός του παντρεμένη ξανά.*

Τι είναι όμως στ' αλήθεια εκείνο που ζητά, ζητώντας να πάρει πίσω το όνομά του; Είναι το δικαίωμα του πάνω στη σύζυγο και την περιουσία του; Είναι η κοινωνική του αποκατάσταση; Τι σημαίνει για κάποιον να ζει χωρίς το όνομά του; Τι είναι κάποιος χωρίς το όνομά του; 

Μέσω το Συνταγματάρχη Σαμπέρ, ο  Μπαλζάκ επιχειρεί να στηλιτεύσει με τρόπο καυστικό και ιδιαζόντως ειρωνικό, την υποκριτική κοινωνία της Γαλλικής αριστοκρατίας του καιρού του. Κυρίως όμως να διερευνήσει τα όρια ανάμεσα στο όνομα και στην ουσία της ταυτότητας, καθώς και ανάμεσα στην ηθική και τη δικαιοσύνη. Ο ήρωας του Μπαλζάκ, ξεκινά κατανοώντας το όνομα (του) ως την κοινωνική ταυτότητα που επιτρέπει την αποδοχή. Χωρίς αυτό νιώθει εκτός της κοινωνικής ιεραρχίας, εκτός θεσμών και νόμων, εκτός του κοινωνικού ιστού. Μοιάζει σαν να έχει διαρραγεί ο συνδετικός κρίκος μεταξύ του παρελθόντος και του παρόντος του, κάτι που αναγκαστικά καθιστά και το μέλλον του αβέβαιο. 

Μέσα στην δεκάχρονη περιπλάνησή του όμως, ο ήρωας, όχι χωρίς πόνο, αρχίζει να αντιλαμβάνεται την ετερότητα μεταξύ της εσωτερικής και της κοινωνικής ταυτότητας.

Ο Συνταγματάρχης Σαμπέρ, μπορεί να μην έχει όνομα, αλλά έχει ένα βαθύ εσωτερικό κόσμο, κουβαλά την ιστορία του, έχει μνήμη. Είναι ένας άνθρωπος που φέρει μέσα του, με τον ίδιο καρτερικό τρόπο που φέρει τις πληγές στο σώμα του, την τραγική συνείδηση εκείνου που το παρόν δεν του ανήκει και το μέλλον δεν του επιτρέπεται. Μήπως όμως το ίδιο δεν νιώθουν όλοι οι "αόρατοι" αυτής της Γης; Οι κατατρεγμένοι, οι εξόριστοι, οι φτωχοί, οι άστεγοι...Μαζί με εκείνον οι θεατές ανακαλύπτουμε, και είναι η ανάλγητη ματιά εκείνων που τον συναντούν, που μας κάνει να το συνειδητοποιούμε, ότι η αληθινή ταυτότητα δεν βρίσκεται στο επίθετο, ούτε στην κοινωνική θέση ή αποδοχή, αλλά στην εσωτερική αλήθεια του ανθρώπου, στην καλοσύνη και την ευγένεια με την οποία αντιμετωπίζει τη ζωή (του) και τους άλλους ανθρώπους. Ο "ανώνυμος" Σαμπέρ, ο Υάκινθος Σαμπέρ, ο στρατηγός με το τόσο τρυφερό όνομα, και όλοι οι "ανώνυμοι άλλοι" που του στάθηκαν σε αυτό το εξουθενωτικό ταξίδι, είναι περισσότερο αληθινοί από τους αληθινά "επώνυμους" της υψηλής κοινωνίας. Η ανωνυμία του Σαμπέρ, δεν του στερεί την αληθινή του φύση. Αντιθέτως στο τέλος αυτού του υπαρξιακού ταξιδιού, μοιάζει να τον απελευθερώνει από όλες τις κοινωνικές συμβάσεις, να τον οδηγεί πιο κοντά στην αλήθεια του προσώπου, έτσι όπως, λίγες δεκαετίες μετά τη νουβέλα του Μπαλζάκ, αποτύπωσε στο ποίημά της η Έμιλυ Ντίκινσον: 

I’m Nobody! Who are you?

Are you – Nobody – too?

(...)

How dreary – to be – Somebody!

How public – like a Frog –

To tell one’s name – the livelong June –

To an admiring Bog!

Είναι ακριβώς από αυτόν τον "βούρκο των θαυμαστικών κοασμών", που επιλέγει να αποσύρει το πρόσωπό του ο Υάκινθος Σαμπέρ. Ο από επιλογή πια, Άνθρωπος χωρίς όνομα. Ο Οδυσσέας που έγινε ο Κανένας. 

Μια δυνατή παράσταση, που συγκινεί, εμπνέει και προβληματίζει. 


Η ταυτότητα της παράστασης:

Θέατρο Αποθήκη

Κείμενο: Ονορέ Ντε Μπαλζάκ 

Μετάφραση: Δημήτρης Στεφανάκης (εκδόσεις Έναστρον)

Θεατρική διασκευή/Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνα Νικολαΐδη

Σκηνική επιμέλεια: Μαρία Φιλίππου

Βοηθός σκηνογράφου: Κατερίνα Σβορώνου

Κοστούμια: Μαντώ Ψυχουντάκη

Βοηθός ενδυματολόγου: Κωνσταντίνα Εμμανουήλ

Σχεδιασμός φωτισμών: Περικλής Μαθιέλης

Πρωτότυπη μουσική: Γιάννης Οικονόμου

Κινησιολογία: Χριστίνα Φωτεινάκη

Μακιγιάζ/Special effects: Ράνια Γιαννάκη

Creative agency: GridFox

Επικοινωνία: Άντζυ Νομικού

Παραγωγή: A-Priori

Παίζουν: Θανάσης Κουρλαμπάς, Ορέστης Τρίκας, Ντορέττα Παπαδημητρίου, Φώτης Κουτρουβίδης


* Ο ήρωας του Μπαλζάκ θα μπορούσε κάλλιστα να είναι (και) ο πρωταγωνιστής των στίχων του Δ. Σαββόπουλου στο Δημοσθένους Λέξις


Comments

Popular Posts